Χωρίς αλάτι;

Χαράματα Κυριακής και η οικογένεια του κυρ-χελώνα και της κυρα-χελώνας, με τον παππού-χελώνα και την γιαγιά-χελώνα και τα εφτά χελωνάκια, κίνησαν για εκδρομούλα στις παρυφές του Ταϋγέτου.
Κατά τις 12:10 έφτασαν σε ένα ξέφωτο και είπε ο κυρ-χελώνας: 'Καλά είμαστε εδώ, κυρά χελώνα ετοίμασε να φάμε κάτι, πεινάσαμε'. Εκεί που είχε ετοιμάσει τη ντοματοσαλάτα, τα αυγά τα βραστά, ψωμί, τυρί, ακούγεται να λέει 'Πω-πω, ξέχασα το αλάτι, πώς θα φάμε τα αυγά;!'.
'Α, δεν τρώγονται τα αυγά χωρίς αλάτι', λέει ο κυρ-χελώνας, 'να πάει το μικρό το χελωνάκι να το φέρει!'.
Απαντάει το μικρό:'Εντάτσει, σα πάω να το φέλω, αλλά...
ζε σα φάτε, να με πελιμένετε'.
Ναι, ναι, λένε όλοι, με μια φωνή και περίμεναν να επιστρέψει το χελωνάκι με το αλάτι.
Πέρασε το μεσημέρι, ήρθε απόγευμα, πουθενά να φανεί το χελωνάκι, αργούσε. Στο μεταξύ τους είχε 'κόψει' η πείνα και λέει ο χελώνας: 'Τρώμε σιγά-σιγά και θα έρθει και το μικρό' και άρχισαν να τρώνε.
Οπότε βγάζει το κεφαλάκι του, πίσω από ένα θάμνο το χελωνάκι και τους λέει:
'Ώστε τλώτε ε, ζεν πάω κι εγώ!'